Δίον-Ιστορικό
Στους βόρειους πρόποδες του Ολύμπου, σε περιοχή που εξασφαλίζει τον απόλυτο έλεγχο της στενής διάβασης από τη Μακεδονία στη Θεσσαλία, δεσπόζει το Δίον. Άλλοτε σε απόσταση μόλις επτά σταδίων από τις ακτές του Θερμαϊκού, το Δίον υπήρξε η κατ' εξοχήν ιερή πόλη των Μακεδόνων. Τραγουδώντας ο Ησίοδος γύρω στο 700 π.Χ τον έρωτα του Δία για τη Θυία, την κόρη του προπάτορα των Ελλήνων Δευκαλίωνα, αναφέρει ότι αυτή έμεινε έγκυος και γέννησε δυο παιδιά, το Μάγνητα και το Μακεδόνα, που έζησαν στην Πιερία γύρω από τον Όλυμπο. Ο ιερός χώρος του Δία στην περιοχή αυτή ήταν το Δίον. Έφτασε σε μεγάλη ακμή κατα τους ελληνιστικούς χρόνους αλλά και στα ρωμαϊκά χρόνια, καθώς ήταν μια από τις πρωιμότερες αποικίες των Ρωμαίων στο μακεδονικό χώρο. Ωστόσο το Δίον, με περίμετρο τειχών 2550 μ. ούτε στα χρόνια του Θουκυδίδη ούτε, όμως, και πολύ αργότερα - στα ρωμαϊκά χρόνια - ξεπέρασε το επίπεδο ενός πολίσματος.
Για πρώτη φορά μαρτυρείται η ύπαρξη της πόλης του Δίου στο Θουκυδίδη, όταν εξιστορεί την πορεία του Σπαρτιάτη στρατηγού Βρασίδα από τη Θεσσαλία στη Μακεδονία το καλοκαίρι του 424 π.Χ. Αναλαμβάνοντας ο Αρχέλαος την εξουσία στη Μακεδονία (τέλος 5ου αι. π.Χ.) πρόσφερε σε λαμπρές τελετές θυσίες στον Ολύμπιο Δία. Oργάνωσε ακόμη στο Δίο προς τιμή του Ολυμπίου Διός και των Μουσών αθλητικούς και θεατρικούς αγώνες - τα «Ολύμπια τα εν Δίω? - σε ισχύ ακόμη και γύρω στο 100 π.Χ., διάρκειας εννιά ημερών, σύμφωνα με το Διόδωρο και άλλους συγγραφείς. Είναι πιθανόν να παίχτηκαν εκεί οι τραγωδίες του Ευριπίδη «Αρχέλαος? και «Βάκχες?, τις οποίες συνέθεσε στα τελευταία χρόνια της ζωής του στη μακεδονική αυλή. Ένας ακόμη αρχαίος συγγραφέας, ο Δίων ο Χρυσόστομος, αναφέρει ότι οι Φίλιππος και Αλέξανδρος πανηγύριζαν τις νίκες τους στο Δίον με μεγαλοπρεπείς θυσίες στο Δία και στις Μούσες. Στο Δίον γιόρτασε ο Φίλιππος Β' την άλωση και καταστροφή της Ολύνθου, πρωτεύουσας της Χαλκιδικής Συμμαχίας, και στο ίδιο μέρος ο Μέγας Αλέξανδρος επικαλέστηκε τη βοήθεια του ύψιστου των θεών, πραγματοποιώντας την πανηγυρική ετοιμασία της εκστρατείας του στην Ασία. Στο Δίον τοποθετήθηκε το περίφημο σύμπλεγμα του Λυσίππου, που έγινε με εντολή του Αλέξανδρου μετά τη μάχη του Γρανικού. Πρόκειται για τους χάλκινους ανδριάντες των 25 εταίρων που έπεσαν στη μάχη.
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Φιλίππου Ε΄ οι Αιτωλείς εισέβαλαν στην ιερή πόλη των Μακεδόνων, γεγονός που περιγράφει ο Πολύβιος. Ο στρατηγός Σκόπας κατέστρεψε τα τείχη της πόλης, το γυμνάσιο και πολλές οικίες και έβαλε φωτιά στο τέμενος του Ολυμπίου Διός. Η πόλη κατάφερε να ανασυγκροτηθεί, αλλά λίγο αργότερα, το 169 π.Χ., καταλήφθηκε από τους Ρωμαίους και τον ύπατο Μ. Φίλιππο. Την πόλη θαύμασε και λεηλάτησε ο Κ. Κεκίλιος Μέτελλος μετά τη συντριβή της εξέγερσης του Ανδρίσκου (150 - 148 π.Χ.).
Ίσως η πρώτη εγκατάσταση αποίκων (coloni) να συντελέστηκε το 43 π.Χ. και να οφείλεται σε ενέργειες του Βρούτου, είναι όμως βέβαιο ότι η μαζική μεταφορά Ρωμαίων στην πόλη και η ίδρυση της colonia είναι έργο του Αυγούστου, αμέσως μετά τη νίκη του στη ναυμαχία του Ακτίου (31 π.Χ.). Παρά το γεγονός ότι τα λατινικά ήταν η επίσημη γλώσσα στο Δίον, οι ελληνικές επιγραφές υπερτερούν σε αριθμό και μαρτυρούν τόσο την υπεροχή του ντόπιου στοιχείου, όσο και τον ταχύ εξελληνισμό των Ρωμαίων κατοίκων της πόλης. Κατά τα παλαιοχριστιανικά χρόνια, η πόλη συρρικνώνεται και την κεντρική της περιοχή καταλαμβάνει παλαιοχριστιανική βασιλική του τέλους του 4ου αι. μ.Χ. Τη μετάβαση στη νέα θρησκεία μαρτυρούν οι δύο βασιλικές που κτίστηκαν πάνω στα ερείπια της αρχαίας πόλης και μία τρίτη έξω από τα τείχη της. Τον 4ο αι. μ.Χ., ο Επίσκοπος του Δίου συμμετέχει στη Σύνοδο της Σερδικής και τον 5ο αι. μ.Χ. στη Σύνοδο της Εφέσου. Θύμα της εισβολής των Οστρογότθων, το Δίον δε θα επουλώσει ποτέ τις πληγές του. Οι πλημμύρες του ποταμού Βαφύρα, οι σεισμοί και ο χρόνος θα καλύψουν με λήθη την πόλη που εγκαταλείφτηκε κατά τον 5ο αι. μ.Χ. Οι κάτοικοι της μετοίκησαν σε ασφαλέστερες περιοχές στους πρόποδες του Ολύμπου.
Η ανασκαφική έρευνα στο Δίον ξεκίνησε το 1928 από τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Γ. Σωτηριάδη, για να σταματήσει το 1931, αφού είχε επιτύχει να κατασκευαστεί το πρώτο κτίσμα για τη στέγαση των κινητών ευρημάτων. Έπειτα από διακοπή 30 χρόνων, η έρευνα στο χώρο άρχισε εκ νέου από τον καθηγητή Γ. Μπακαλάκη, με πρωταρχικό ανασκαφικό στόχο την αποκάλυψη του οχυρωματικού περιβόλου. Η τρίτη ανασκαφική περίοδος εγκαινιάζεται το 1973 από τον Δ. Παντερμαλή και το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Οι ανασκαφές συνεχίζονται έως σήμερα, εντός και εκτός της πόλης του Δίου. Βέβαιο είναι ότι η έρευνα θα πρέπει να συνεχιστεί για πολλά χρόνια ακόμα, προκειμένου να αποκαλυφτεί το σύνολο της αρχαίας πόλης και τα ιερά. Αν και ο αρχαιολογικός χώρος του Δίου είναι αρκετά εκτεταμένος, η οργάνωσή του είναι σχεδόν υποδειγματική, καθώς προσφέρει στον επισκέπτη σαφείς διαδρομές για να περιηγηθεί ανάμεσα στα μνημεία.
Για πρώτη φορά μαρτυρείται η ύπαρξη της πόλης του Δίου στο Θουκυδίδη, όταν εξιστορεί την πορεία του Σπαρτιάτη στρατηγού Βρασίδα από τη Θεσσαλία στη Μακεδονία το καλοκαίρι του 424 π.Χ. Αναλαμβάνοντας ο Αρχέλαος την εξουσία στη Μακεδονία (τέλος 5ου αι. π.Χ.) πρόσφερε σε λαμπρές τελετές θυσίες στον Ολύμπιο Δία. Oργάνωσε ακόμη στο Δίο προς τιμή του Ολυμπίου Διός και των Μουσών αθλητικούς και θεατρικούς αγώνες - τα «Ολύμπια τα εν Δίω? - σε ισχύ ακόμη και γύρω στο 100 π.Χ., διάρκειας εννιά ημερών, σύμφωνα με το Διόδωρο και άλλους συγγραφείς. Είναι πιθανόν να παίχτηκαν εκεί οι τραγωδίες του Ευριπίδη «Αρχέλαος? και «Βάκχες?, τις οποίες συνέθεσε στα τελευταία χρόνια της ζωής του στη μακεδονική αυλή. Ένας ακόμη αρχαίος συγγραφέας, ο Δίων ο Χρυσόστομος, αναφέρει ότι οι Φίλιππος και Αλέξανδρος πανηγύριζαν τις νίκες τους στο Δίον με μεγαλοπρεπείς θυσίες στο Δία και στις Μούσες. Στο Δίον γιόρτασε ο Φίλιππος Β' την άλωση και καταστροφή της Ολύνθου, πρωτεύουσας της Χαλκιδικής Συμμαχίας, και στο ίδιο μέρος ο Μέγας Αλέξανδρος επικαλέστηκε τη βοήθεια του ύψιστου των θεών, πραγματοποιώντας την πανηγυρική ετοιμασία της εκστρατείας του στην Ασία. Στο Δίον τοποθετήθηκε το περίφημο σύμπλεγμα του Λυσίππου, που έγινε με εντολή του Αλέξανδρου μετά τη μάχη του Γρανικού. Πρόκειται για τους χάλκινους ανδριάντες των 25 εταίρων που έπεσαν στη μάχη.
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Φιλίππου Ε΄ οι Αιτωλείς εισέβαλαν στην ιερή πόλη των Μακεδόνων, γεγονός που περιγράφει ο Πολύβιος. Ο στρατηγός Σκόπας κατέστρεψε τα τείχη της πόλης, το γυμνάσιο και πολλές οικίες και έβαλε φωτιά στο τέμενος του Ολυμπίου Διός. Η πόλη κατάφερε να ανασυγκροτηθεί, αλλά λίγο αργότερα, το 169 π.Χ., καταλήφθηκε από τους Ρωμαίους και τον ύπατο Μ. Φίλιππο. Την πόλη θαύμασε και λεηλάτησε ο Κ. Κεκίλιος Μέτελλος μετά τη συντριβή της εξέγερσης του Ανδρίσκου (150 - 148 π.Χ.).
Ίσως η πρώτη εγκατάσταση αποίκων (coloni) να συντελέστηκε το 43 π.Χ. και να οφείλεται σε ενέργειες του Βρούτου, είναι όμως βέβαιο ότι η μαζική μεταφορά Ρωμαίων στην πόλη και η ίδρυση της colonia είναι έργο του Αυγούστου, αμέσως μετά τη νίκη του στη ναυμαχία του Ακτίου (31 π.Χ.). Παρά το γεγονός ότι τα λατινικά ήταν η επίσημη γλώσσα στο Δίον, οι ελληνικές επιγραφές υπερτερούν σε αριθμό και μαρτυρούν τόσο την υπεροχή του ντόπιου στοιχείου, όσο και τον ταχύ εξελληνισμό των Ρωμαίων κατοίκων της πόλης. Κατά τα παλαιοχριστιανικά χρόνια, η πόλη συρρικνώνεται και την κεντρική της περιοχή καταλαμβάνει παλαιοχριστιανική βασιλική του τέλους του 4ου αι. μ.Χ. Τη μετάβαση στη νέα θρησκεία μαρτυρούν οι δύο βασιλικές που κτίστηκαν πάνω στα ερείπια της αρχαίας πόλης και μία τρίτη έξω από τα τείχη της. Τον 4ο αι. μ.Χ., ο Επίσκοπος του Δίου συμμετέχει στη Σύνοδο της Σερδικής και τον 5ο αι. μ.Χ. στη Σύνοδο της Εφέσου. Θύμα της εισβολής των Οστρογότθων, το Δίον δε θα επουλώσει ποτέ τις πληγές του. Οι πλημμύρες του ποταμού Βαφύρα, οι σεισμοί και ο χρόνος θα καλύψουν με λήθη την πόλη που εγκαταλείφτηκε κατά τον 5ο αι. μ.Χ. Οι κάτοικοι της μετοίκησαν σε ασφαλέστερες περιοχές στους πρόποδες του Ολύμπου.
Η ανασκαφική έρευνα στο Δίον ξεκίνησε το 1928 από τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Γ. Σωτηριάδη, για να σταματήσει το 1931, αφού είχε επιτύχει να κατασκευαστεί το πρώτο κτίσμα για τη στέγαση των κινητών ευρημάτων. Έπειτα από διακοπή 30 χρόνων, η έρευνα στο χώρο άρχισε εκ νέου από τον καθηγητή Γ. Μπακαλάκη, με πρωταρχικό ανασκαφικό στόχο την αποκάλυψη του οχυρωματικού περιβόλου. Η τρίτη ανασκαφική περίοδος εγκαινιάζεται το 1973 από τον Δ. Παντερμαλή και το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Οι ανασκαφές συνεχίζονται έως σήμερα, εντός και εκτός της πόλης του Δίου. Βέβαιο είναι ότι η έρευνα θα πρέπει να συνεχιστεί για πολλά χρόνια ακόμα, προκειμένου να αποκαλυφτεί το σύνολο της αρχαίας πόλης και τα ιερά. Αν και ο αρχαιολογικός χώρος του Δίου είναι αρκετά εκτεταμένος, η οργάνωσή του είναι σχεδόν υποδειγματική, καθώς προσφέρει στον επισκέπτη σαφείς διαδρομές για να περιηγηθεί ανάμεσα στα μνημεία.
Πόλη Δίου
|
Τα τείχη
Ιερό Δήμητρας
Ένα από τα σημαντικά ιερά που υπήρχαν στο Δίο και το παλιότερο ήταν αυτό της Δήμητρας. Λίγο έξω από τα τείχη και την πύλη του κεντρικού δρόμου εντοπίστηκαν δύο διθάλαμα κτίρια, με πρόσοψη στην ανατολή και διαστάσεις 11 x 7 μ. Κατά τη διάρκεια των
ερευνών βρέθηκε μαρμάρινη κεφαλή, η οποία τυπολογικά παρέπεμπε στη θεά Δήμητρα και ανάγεται στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. Το γεγονός ότι επρόκειτο για Ιερό αφιερωμένο στη Δήμητρα, επιβεβαίωσε και η εύρεση σχετικής αναθηματικής επιγραφής. Οι δίδυμοι ναοί κτίστηκαν προκειμένου να αντικαταστήσουν δύο παλαιότερους ναούς του ύστερου 6ου αιώνα π.Χ., τα θεμέλια των οποίων είναι ορατά πίσω από τους νεότερους ναούς. Οι αρχαϊκοί αυτοί ναοί έχουν τη μορφή του μεγάρου και είναι κατασκευασμένα από καλοβαλμένες πέτρες και ωμές πλίνθους. Διέθεταν στο εσωτερικό τους ξύλινα θρανία, όπου οι πιστοί απόθεταν τα διάφορα αφιερώματα.
Στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. αντικαταστάθηκαν τα δύο μεγαροειδή κτίσματα από δύο ναούς εν παραστάσι, δωρικού ρυθμού. Στο εσωτερικό τους υπήρχαν βάσεις για τα λατρευτικά αγάλματα. Σε μια από αυτές τις βάσεις βρέθηκε το μαρμάρινο κεφάλι της θεάς Δήμητρας. Πρόκειται για γλυπτό που χρονολογείται στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. και επιβεβαιώνει, ότι το ιερό ήταν αφιερωμένο σ΄αυτήν. Για τις θυσίες κατασκευάστηκαν βωμοί στα ανατολικά του ιερού. Τα δύο αυτά κτήρια του 4ου αιώνα π.Χ. αποτελούσαν τον πυρήνα του συγκροτήματος, το οποίο πλαισιωνόταν από μικρότερους μονοθάλαμους «οίκους» λατρείας των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων. Οι ναΐσκοι διέθεταν λατρευτικό άγαλμα και λίθινα τραπέζια μπροστά από αυτό, όπου εναποθέτονταν πιθανόν οι πρώτοι καρποί της συγκομιδής.
Το Ιερό της Δήμητρας στο Δίον είναι το παλαιότερο γνωστό σήμερα μακεδονικό Ιερό, η ζωή του οποίου υπήρξε συνεχής ως τις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ
ερευνών βρέθηκε μαρμάρινη κεφαλή, η οποία τυπολογικά παρέπεμπε στη θεά Δήμητρα και ανάγεται στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. Το γεγονός ότι επρόκειτο για Ιερό αφιερωμένο στη Δήμητρα, επιβεβαίωσε και η εύρεση σχετικής αναθηματικής επιγραφής. Οι δίδυμοι ναοί κτίστηκαν προκειμένου να αντικαταστήσουν δύο παλαιότερους ναούς του ύστερου 6ου αιώνα π.Χ., τα θεμέλια των οποίων είναι ορατά πίσω από τους νεότερους ναούς. Οι αρχαϊκοί αυτοί ναοί έχουν τη μορφή του μεγάρου και είναι κατασκευασμένα από καλοβαλμένες πέτρες και ωμές πλίνθους. Διέθεταν στο εσωτερικό τους ξύλινα θρανία, όπου οι πιστοί απόθεταν τα διάφορα αφιερώματα.
Στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. αντικαταστάθηκαν τα δύο μεγαροειδή κτίσματα από δύο ναούς εν παραστάσι, δωρικού ρυθμού. Στο εσωτερικό τους υπήρχαν βάσεις για τα λατρευτικά αγάλματα. Σε μια από αυτές τις βάσεις βρέθηκε το μαρμάρινο κεφάλι της θεάς Δήμητρας. Πρόκειται για γλυπτό που χρονολογείται στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. και επιβεβαιώνει, ότι το ιερό ήταν αφιερωμένο σ΄αυτήν. Για τις θυσίες κατασκευάστηκαν βωμοί στα ανατολικά του ιερού. Τα δύο αυτά κτήρια του 4ου αιώνα π.Χ. αποτελούσαν τον πυρήνα του συγκροτήματος, το οποίο πλαισιωνόταν από μικρότερους μονοθάλαμους «οίκους» λατρείας των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων. Οι ναΐσκοι διέθεταν λατρευτικό άγαλμα και λίθινα τραπέζια μπροστά από αυτό, όπου εναποθέτονταν πιθανόν οι πρώτοι καρποί της συγκομιδής.
Το Ιερό της Δήμητρας στο Δίον είναι το παλαιότερο γνωστό σήμερα μακεδονικό Ιερό, η ζωή του οποίου υπήρξε συνεχής ως τις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ
Ιερό Ίσιδας
Το τέμενος ήταν αφιερωμένο στη λατρεία της Ίσιδος Λοχίας, όπως μαρτυρούν ενεπίγραφα βάθρα στα σκαλοπάτια ενός από τους τέσσερις ναούς που συνιστούν το Ιερό. Ο κεντρικός ναός, αφιερωμένος στην Ίσιδα, διέθετε προθάλαμο και σηκό και ήταν κτισμένος πάνω σε υψηλό πόδιο. Η αρχιτεκτονική του ναού συνηγορεί στη χρονολόγησή του στα χρόνια των Σεβήρων. Ο κτιστός βωμός του ναού βρέθηκε ακέραιος, περιστοιχισμένος από αναθήματα.
Βόρεια του κεντρικού ναού βρέθηκε μικρότερος ναός, αφιερωμένος στη λατρεία της Αφροδίτης Υπολυμπιδίας, δηλαδή στη θεά που λατρευόταν στις υπώρειες του Ολύμπου. Το κτίριο είναι μονοθάλαμο και διέθετε δεξαμενή στη θέση του δαπέδου, το νερό της οποίας ερχόταν από αγωγό κάτω από την κόγχη του λατρευτικού αγάλματος. Νότια του κεντρικού ναού αποκαλύφθηκε αντίστοιχο κτίσμα, η λατρεία του οποίου όμως δεν είναι δυνατό να ταυτιστεί. Είναι διθάλαμο με προθάλαμο και σηκό. Κατά τη διάρκεια της έρευνας βρέθηκε εκεί άγαλμα του Έρωτα, ελληνιστικών χρόνων. Ενώ οι τρεις ναοί ανήκουν στο ίδιο αρχιτεκτονικό σχέδιο, ο τέταρτος που βρέθηκε στα νότια, κατασκευάστηκε αργότερα, όπως υποδεικνύουν οι διαφορές στην τοιχοδομία, αλλά και η τοποθέτησή του εκτός της οικοδομικής γραμμής των υπολοίπων κτιρίων. Ο τέταρτος ναός ήταν αφιερωμένος στη λατρεία της Ίσιδος Τύχης, σύμφωνα με το άγαλμα και την επιγραφή στο βωμό. Στο μέσο του κτίσματος βρισκόταν μια κτιστή λεκάνη, το νερό της οποίας ανάβλυζε από τον πυθμένα της και δε διοχετευόταν από αγωγό. Επρόκειτο για μια ιερή πηγή, η οποία στεγάστηκε από το κτίσμα. Το Ιερό που καταστράφηκε από φυσικά αίτια (πλημμύρες, σεισμοί) θεωρείται σημαντικό, όχι μόνο γιατί διατηρήθηκε το μεγαλύτερο μέρος των αναθημάτων και των λατρευτικών αγαλμάτων, αλλά και γιατί η λατρεία της Ανατολίτισσας θεάς έγινε ανεκτή παρά τη μετάβαση στη νέα θρησκεία, καθώς υπάρχουν ενδείξεις ότι λειτουργούσε ως και τα πρώιμα χριστιανικά χρόνια. | ||||||||||||
Μεγάλες Θέρμες
| |||||||||||||||||||||
Έπαυλη Διονύσου
|
Αρχαίο θέατρο
Στα νότια της πόλης του Δίου, έξω από τα όριά της και δυτικά του ιερού της Δήμητρας βρίσκεται το αρχαίο θέατρο. Η κατασκευή του τοποθετείται στην ελληνιστική εποχή, πιθανότατα στα χρόνια της βασιλείας του Φιλίππου Ε΄ (221-179 π.Χ.).
Το θέατρο είναι κτισμένο στην πλαγιά χαμηλού φυσικού λόφου και έχει προσανατολισμό βορειανατολικό, τον πιο ενδεδειγμένο για τον καλό αερισμό του χώρου, όπως επεσήμανε αργότερα ο Βιτρούβιος. Ο αρχιτέκτων του μνημείου, εκμεταλλευόμενος τη μορφολογία του εδάφους, διαμόρφωσε κατάλληλα το χώρο με μερική αποχωμάτωση και τεχνητή επίχωση, με αποτέλεσμα το έργο του να είναι επίτευγμα προσωπικής επέμβασης και, μάλιστα, από τις επιτυχέστερες στο είδος της. Η ορχήστρα, με διάμετρο περίπου 26 μ., ορίζεται από ακάλυπτο πέτρινο αποχετευτικό αγωγό και είχε δάπεδο από πατημένο χώμα. Στον άξονα του θεάτρου και μέσα στην ορχήστρα ένας υπόγειος διάδρομος με δύο θαλάμους, ένα σε κάθε άκρο, ταυτίζεται ασφαλώς με τη «χαρώνεια κλίμακα? των αρχαίων, το σημείο, δηλαδή, από όπου εμφανίζονταν οι ηθοποιοί που υποδύονταν πρόσωπα του Κάτω Κόσμου. Το κοίλο, χωρίς αναλημματικό τοίχο στα άκρα του, διαμορφωμένο σε χαλικόστρωτα πρανή που σβήνουν ομαλά στις παρόδους, διέθετε εδώλια από πήλινες πλίνθους, μια ιδιαιτερότητα που δεν συναντάται σε κανένα άλλο αρχαίο θέατρο. Είναι πολύ πιθανό κατά την ελληνιστική εποχή, επάνω στην τελευταία στρώση πλίνθων να υπήρχε και μαρμάρινη επικάλυψη. Αντίθετα από το κοίλο, η κατασκευή του σκηνικού οικοδομήματος (σκηνή, προσκήνιο, και παρασκήνια) ήταν περισσότερο προσεγμένη: οι τοίχοι της σκηνής, από ένα ύψος και μετά, καθώς και το προσκήνιο, που επιστεγαζόταν με δωρικό θριγκό, ήταν κατασκευασμένα με μάρμαρο. Η κεράμωση ήταν λακωνικού τύπου. Ανασκαφικές παρατηρήσεις οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το θέατρο μάλλον εγκαταλείφθηκε μετά το 168 π.Χ., λειτούργησε υποτυπωδώς μέχρι τα πρώιμα αυτοκρατορικά χρόνια και μάλλον αχρηστεύθηκε πλήρως με την ανέγερση ρωμαϊκών θεάτρων στο χώρο. Το ελληνιστικό θέατρο αναγνωρίσθηκε από τον W.M. Leake το 1806 και άρχισε να ανασκάπτεται συστηματικά από το 1970. | |||||||||||
|
Διάφορες φωτογραφίες από αρχαιολογικό χώρο και μουσείο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου